Παρασκευή 15 Απριλίου 2011

Η Σάγκα του Χάραλντ Σίγκουρντσσον !

Δεν πρόκειται να αλλάξουμε ουσιαστικά εποχή, καθώς θα παραμείνουμε στον 11ο αιώνα. Ούτε θα αλλάξουμε με τρόπο θεαματικό τόπο και θεματολογία. Βέβαια, σε αντίθεση προς τους εκγαλλισμένους Νορμανδούς μας, ο ήρωας τούτης της διήγησης έχει απευθείας σκανδιναβική καταγωγή, είναι ένας Βίκινγκ με όλη τη σημασία της λέξης, έστω κι αν η δράση του τοποθετείται χρονικά στα όρια της περιόδου εκδήλωσης του φαινομένου “Βίκινγκ” (9ος αιώνας-μέσα 11ου αιώνα). Δεν έχουμε επί του παρόντος τη δυνατότητα να αναφερθούμε διεξοδικά στους Βίκινγκς, οι οποίοι αποτέλεσαν αντικείμενο τόσων παρεξηγήσεων, ιδεοληψιών και στερεοτύπων (για περισσότερα βλ. Régis Boyer “Les Vikings: Histoire, Mythes, Dictionnaire“, εκδ. Robert Laffont, Παρίσι 2008, και Sylvain Gouguenheim “Regards sur le Moyen Âge“, εκδ. Tallandier, Παρίσι 2009, κεφ. 34: “Les Vikings“, σελ. 342-351). Θα περιοριστούμε στην επισήμανση ότι ο όρος δεν αποτελεί εθνοτικό ή φυλετικό προσδιορισμό. Αφορά, για τη συγκεκριμένη περίοδο, όλους τους σκανδιναβικούς λαούς, όχι όμως όλους τους Σκανδιναβούς (ως άτομα). Ο όρος υποδηλώνει αφενός τον πεπειραμένο έμπορο που μετέχει σε επιχείρηση η οποία περιλαμβάνει θαλάσσιο ταξίδι και έχει καταρχήν εμπορικό σκοπό που μπορεί, εφόσον το επιβάλλουν οι συνθήκες, να μετατραπεί, περιστασιακά ή όχι, σε στρατιωτική εκστρατεία λεηλασίας, αφετέρου την ίδια την επιχείρηση. Έργο των Βίκινγκς είναι η έντονη εμπορική δραστηριότητα στον ευρωπαϊκό Βορρά κατά τους πρώτους αιώνες του Μεσαίωνα, οι επιδρομές σε όλη την Ευρώπη, από την Ιρλανδία ως την Ανδαλουσία, το άνοιγμα νέων εμπορικών δρόμων και η ίδρυση ηγεμονιών στη Βαλτική και στη Ρωσία, ο αποικισμός της Ισλανδίας και της Γροιλανδίας, καθώς και οι εξερευνητικές αποστολές μέχρι τις ακτές της Βόρειας Αμερικής.

Ο “τελευταίος Βίκινγκ”: Ο ήρωάς μας, του οποίου η συναρπαστική και περιπετειώδης ζωή συμπυκνώνει πολλές από τις πτυχές της δράσης των Βίκινγκς (για αυτό και τον αποκάλεσαν “τελευταίο Βίκινγκ”), ονομαζόταν Χάραλντ Σίγκουρντσσον (σε αρχαία σκανδιναβικά: Haraldr Sigurðarson) κι έμεινε στην Ιστορία με το προσωνύμιο Χαρντράαντα (αρχαία σκανδιναβικά: harðráði, το οποίο πιστεύω, όσο μου επιτρέπουν οι ανύπαρκτες γνώσεις μου, ότι πρέπει να προφερόταν περίπου ως “Χαρδράοδι”). Κατά λέξη ο όρος δηλώνει αυτόν που διοικεί με τρόπο αυστηρό και σκληρό, αλλά έχει αποδοθεί συχνά ως “Σκληρόκαρδος”, “Ανελέητος” ή “Αμείλικτος”. Για τον Χάραλντ διαθέτουμε μια πρώτης τάξεως πηγή: τη Σάγκα με θέμα τη ζωή του που συνέθεσε ο διάσημος Ισλανδός πολιτικός, ιστορικός και λογοτέχνης Σνόρρι Στούρλουσον (1179-1241) και η οποία περιλαμβάνεται στην Χάιμσκρίνγκλα, το βιβλίο του Στούρλουσον για τους Νορβηγούς βασιλιάδες (είναι η ένατη σάγκα της συλλογής, βλ. Régis Boyer “La Saga de Harald l’Impitoyable“, Payot, Παρίσι 1979, και ”Sagas islandaises“, συλλογή “Bibliothèque de la Pléiade“, εκδ. Gallimard, 4η έκδοση, Παρίσι 2006 ). Μολονότι η σάγκα δεν αποτελεί καθαυτό ιστορικό σύγγραμμα (είναι επική διήγηση με ιστορικό περιεχόμενο, σε πεζό λόγο στον οποίο παρεμβάλλονται στίχοι σκαλδικής ποίησης), παρέχει ανεκτίμητες ιστορικές πληροφορίες. Γενικά, ο Χάραλντ αποτελεί τον βασικό ήρωα της μεσαιωνικής σκανδιναβικής λογοτεχνίας, μια και τον συναντούμε και σε πάμπολλες θέττιρ, δηλαδή μικρές σάγκα (βλ. σχετικό λήμμα σε R. Boyer “Les Vikings…”, σελ. 830-833). Επιπλέον, καθώς ο Χάραλντ έδρασε για αρκετά χρόνια στο Βυζάντιο, έχουμε στη διάθεσή μας και μια βυζαντινή πηγή που περιέχει μια συνοπτική διήγηση της σταδιοδρομίας του ήρωά μας στην υπηρεσία του Βυζαντίου. Πρόκειται για το λεγόμενο “Στρατηγικόν” του Κεκαυμένου, δηλαδή ένα πρακτικό εγχειρίδιο συμβουλών και νουθεσιών το οποίο χρονολογείται μάλλον στο τελευταίο τέταρτο του 11ου αιώνα και του οποίου συγγραφέας είναι πιθανώς κάποιος από τους δύο βυζαντινούς στρατηγούς, αρμενικής καταγωγής, που έφεραν το όνομα Κατακαλών Κεκαυμένος (βλ. “Κεκαυμένος, Στρατηγικόν”, εισαγωγή-μετάφραση: Δημ. Τσουγκαράκης, επιμέλεια: Θεόδ. Μωυσιάδης, εκδ. Κανάκη, Αθήνα 1993, και “Cecaumeni Strategicon et incerti scriptoris De Officiis Regis Libellus“, επιμ. Μπ. Βασσιλιέφσκυ και Β. Γέρνστεντ, έκδ. Αυτοκρατορικής Ακαδημίας Επιστημών, Αγία Πετρούπολη 1896. Το απόσπασμα που μας ενδιαφέρει είναι η αριθ. 81 παράγραφος, η οποία για κάποιους εντάσσεται σε άλλο σύγγραμμα, τον, ανωνύμου συγγραφέα, Λόγο Νουθετητικό προς Βασιλέα). Ας δούμε, όμως, ποιός ήταν ο Χάραλντ, γιος του Σίγκουρντ, ή Αράλτης, για τους Βυζαντινούς.

Το πορτρέτο του Χάραλντ σύμφωνα με τον Σνόρρι Στούρλουσον: “Κατά γενική ομολογία, ο βασιλιάς Χάραλντ ξεπερνούσε όλους τους άλλους σε σοφία και οξυδέρκεια, είτε έπρεπε να ενεργήσει με ταχύτητα είτε να καταστρώσει μακροπρόθεσμα σχέδια, για τον ίδιο ή για άλλους. Στα όπλα, ήταν ο γενναιότερος των ανδρών. Είχε, επίσης, την τύχη να κατακτήσει τη νίκη…. Ο βασιλιάς Χάραλντ ήταν όμορφος άντρας με ευγενικό παρουσιαστικό, ξανθομάλλης και γενειοφόρος, με μακριά μουστάκια… Είχε μακριά και καλοφτιαγμένα μέλη. Ήταν ψηλότερος από κάθε άλλον. Ήταν σκληρός για τους εχθρούς του και αμείλικτος σε όποιον του πρόβαλλε αντίσταση. Ο βασιλιάς Χάραλντ ήταν εξαιρετικά άπληστος για εξουσία και πλούτη. Ήταν πολύ γενναιόδωρος στους φίλους του που αγαπούσε. Ο βασιλιάς Χάραλντ ήταν πενήντα ετών όταν πέθανε.

Δεν έχουμε στη διάθεσή μας κάποια αξιοπρόσεκτη διήγηση για την εποχή της νεότητάς του, παρά μόνον ότι πια είχε ζήσει δεκαπέντε χειμώνες και έλαβε μέρος στη μάχη του Στικλαρστάδιρ με τον αδελφό του, τον βασιλιά Όλαφ. Έπειτα, έζησε τριάντα πέντε χειμώνες. Όμως, όλα αυτά τα χρόνια. δεν γνώρισε παρά αναταραχές και πόλεμο. Ο βασιλιάς Χάραλντ δεν επιδίωξε ποτέ να αποφύγει τη μάχη, συχνά, όμως, κατέφευγε σε τεχνάσματα όταν οι αντίπαλοί του υπερτερούσαν σε αριθμητική δύναμη. Όσοι τον συνόδεψαν σε μάχες και εκστρατείες έλεγαν ότι, όποτε βρισκόταν σε μεγάλο κίνδυνο, έπαιρνε πάντα τις καλύτερες αποφάσεις, όπως αποδεικνυόταν στη συνέχεια από τα γεγονότα” (Σνόρρι Στούρλουσον “Η Σάγκα του Βασιλιά Χάραλντ“. κεφ. 99).

Τα πρώτα χρόνια – Από τη Νορβηγία στη Ρωσία: Γιος του άρχοντα Σίγκουρντ Συρ Χάλφαντάνσσον, ο Χάραλντ (που γεννήθηκε το 1015) είναι ετεροθαλής αδελφός (μητέρα και των δύο ήταν η Άστα Γκουντμπραντσντόττιρ) του Όλαφ Χάραλντσσον ή Όλαφ Β΄ (995-1030), βασιλιά της Νορβηγίας από το 1016 και υπεύθυνου για τον πλήρη εκχριστιανισμό της χώρας (λόγος για τον οποίο αγιοποιήθηκε). Ο Όλαφ βρίσκεται σε σύγκρουση με τον Δανό βασιλιά Κνουτ, ο οποίος θέλει να ελέγξει και τη Νορβηγία, τοποθετώντας ως κυβερνήτες της ευγενείς της επιλογής του. Χάνοντας τον έλεγχο των Νορβηγών αρχόντων, ο Όλαφ εγκαταλείπει τη χώρα του το 1026. Το 1029-1030, κρίνοντας ότι οι συνθήκες είναι ευνοϊκές για την παλινόστησή του, ο Όλαφ επιστρέφει στη Νορβηγία. Η προσπάθειά του τερματίζεται με τη Μάχη του Στικλαρστάδιρ (1030) όπου θα σκοτωθεί. Όπως αναφέρει και ο Στούρλουσον, η πρώτη ιστορική μνεία στον Χάραλντ Σίγκουρντσσον είναι ακριβώς η συμμετοχή του στη μάχη αυτή. Μετά την ήττα και τον θάνατο του αδελφού του, ο Χάραλντ είναι αναγκασμένος να φύγει από την πατρίδα του και να αναζητήσει καταφύγιο στο Κίεβο.

Οι σχέσεις ανέμεσα στους Νορβηγούς και στους σουηδικής καταγωγής Βαράγγους της Ρωσίας και Ουκρανίας ήταν παλιές και πολύ στενές. Στα χρόνια της εξορίας του, ο βασιλιάς Όλαφ είχε καταφύγει στην αυλή του Σκανδιναβού ηγεμόνα του Νόβγκοροντ και του Κιέβου (για τους Σκανδιναβούς Holmgarðr και Koenugarðr αντίστοιχα), του Γιαροσλάβ Α΄ του Σοφού (ρωσικά: Ярослав Мудрый, αρχαία σκανδιναβικά: Jarizleifr), στην κηδεμονία του οποίου είχε άλλωστε αφήσει και τον γιο του. Με τη φυγή του στο Κίεβο, επομένως, ο Χάραλντ, ακολούθησε την πεπατημένη. Ο νεαρός Νορβηγός πρέπει να πέρασε μερικά χρόνια (μάλλον πέντε) στην αυλή του Κιέβου, υπηρετώντας τον Γιαροσλάβ: συμμετέχοντας σε πολεμικές επιχειρήσεις κατά των Πολωνών και άλλων Σλάβων (βλ. Sigfùs Blöndal “The Varangians of Byzantium“, μετάφρ. Benedikt S. Benedikz, Cambridge University Press, 1978, επανέκδοση 2007, σελ. 54-55), κέρδισε την εκτίμηση του ηγεμόνα, ο οποίος του έδωσε ως σύζυγο μια από τις κόρες του, την Ελισσάβετ (αρχαία σκανδιναβικά: Ellisif). Δεν είναι βέβαιο ότι ο γάμος αυτός τελέσθηκε στα χρόνια παραμονής του Χάραλντ στο Κέβο, καθώς οι περισσότεροι εκτιμούν ότι ο Νορβηγός νυμφεύθηκε την Ελισσάβετ αρκετά χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα το 1043 ή το 1045). Έπειτα έκανε το επιβεβλημένο βήμα για κάθε φιλόδοξο νεαρό Σκανδιναβό που έχει φτάσει μέχρι τα εδάφη των Ρως: πέρασε στο Βυζάντιο.

Ο Χάραλντ στο Βυζάντιο: Ας παραθέσουμε πρώτα τη συνοπτική περιγραφή της βυζαντινής σταδιοδρομίας του Χάραλντ, όπως μνημονεύεται στο “Στρατηγικόν” του Κεκαυμένου.

Η σταδιοδρομία του Χάραλντ στο Βυζάντιο σύμφωνα με το ”Στρατηγικόν” του Κεκαυμένου:Αράλτης βασιλέως μεν Βαραγγίας ην υιός, έχων δε αδελφόν τον Ιούλαβον, ος και μετά θάνατον του πατρός αυτού κατέσχε την πατρικήν βασιλείαν, προβαλόμενος Αράλτην τον αδελφόν αυτού δεύτερον μετ’ αυτού εις την βασιλεία. Ος δη και νέος ων ηθέλησεν εισελθείν και προσκυνήσαι τω μακαριωτάτω βασιλεί κυρ Μιχαήλ τω Παφλάγονι και εν θέα γενέσθαι της ρωμαϊκής καταστάσεως.Ήγαγε δε και μετ’ αυτού και λαόν, άνδρας γενναίους πεντακοσίους και εισήλθε, και εδέξατο αυτόν ο βασιλεύς ως ενεδέχετο, και απέστειλεν αυτόν μετά του λαού αυτού εις Σικελίαν. Εκεί γαρ ην ο ρωμαϊκός στρατός, πολεμών την νήσον. Και απελθών ενεδείξατο έργα μεγάλα. Υποταγείσης δε της Σικελίας υπέστρεψε μετά του λαού αυτού προς τον βασιλέα, και ετίμησεν αυτόν μαγγλαβίτην. Μετά δε ταύτα έλαχε τότε μουλτεύσαι τον Δελιάνον εις Βουλγαρία. Και εσυνεταξίδευσε και ο Αράλτης μετά του βασιλέως, έχων τον λαόν αυτού, και ενεδείξατο έργα εις τους πολεμίους άξια της ευγενείας και της γενναιότητος αυτού. Υποτάξας δε την Βουλγαρίαν ο βασιλεύς υπέστρεψεν. Ήμην δε καγώ τότε αγωνιζόμενος υπέρ του βασιλέως κατά το δυνατόν. Ελθόντων δε ημών εν Μοσυνουπόλει, αμειβόμενος αυτώ ο βασιλεύς υπέρ ων αγωνίσατο ετίμησεν αυτόν σπαθαροκανδιδάτην. Μετά δε την τελευτήν του κυρ Μιχαήλ και του ανεψιού αυτού του αποβασιλέως ηθέλησεν επί του Μονομάχου αιτησάμενος υποχωρήσαι εις την χώραν αυτού, και ου συνεχωρήθη, αλλά γέγονεν αυτώ στενή η έξοδος. Όμως λαθών υπεχώρησεν και εβασίλευσεν εις την χώραν αυτού αντί του αδελφού αυτού Ιουλάβου. Και ουκ εγόγγυσεν υπέρ ων ετιμήθη μαγγλαβίτης ή σπαθαροκανδιδάτης, αλλά μάλλον και βασιλεύων εφύλαξε πίστιν και αγάπην προς Ρωμαίους“.

Ένας Βίκινγκ στην υπηρεσία του Βυζαντίου: ο Χάραλντ βρίσκει το Βυζάντιο στην εποχή του τέλους της Μακεδονικής Δυναστείας. Φορέας της δυναστικής νομιμότητας είναι η αυτοκράτειρα Ζωή η Πορφυρογέννητη (978-1050, αυτοκράτειρα από το 1028), κόρη του Κωνσταντίνου Η΄ και ανηψιά του Βασίλειου Β΄: βασιλεύουν, επομένως, οι κατά καιρούς σύζυγοι της Ζωής (για δύο σχετικά περιορισμένα χρονικά διαστήματα – ένα στις αρχές και ένα πριν από τον τελευταίο γάμο της, η Ζωή συμβασίλεψε και με την αδελφή της, τη Θεοδώρα, η οποία συνήθως ήταν κλεισμένη σε κάποιο μοναστήρι). Όταν ο Χάραλντ φτάνει στη Βασιλεύουσα (τη Mikligarðr, όπως θα την έλεγε στη γλώσσα του), μόλις έχει ανέβει στον θρόνο ο δεύτερος σύζυγος της Ζωής, ο Μιχαήλ Δ΄ ο Παφλαγών, ο οποίος οφείλει το στέμμα στις ραδιουργίες του αδελφού του, του Ιωάννη του Ορφανοτρόφου, και, φυσικά, στον παράφορο έρωτα της πενηνταπεντάχρονης αυτοκράτειρας. Λέγεται μάλιστα ότι το ζεύγος των εραστών, για να επιταχύνει την αλλαγή φρουράς, δηλητηρίαζε τον μέχρι τότε σύζυγο της Ζωής και αυτοκράτορα, τον Ρωμανό Γ΄ Αργυρό, και στο τέλος τον έπνιξε στα λουτρά του ανακτόρου. Παρόλες αυτές τις επιβαρυντικές περιστάσεις, ο Μιχαήλ αποδείχθηκε ικανότατος μονάρχης που αν δεν τον σταματούσε η ασθενική φύση του (ήταν επιληπτικός κι έπασχε από υδρωπικία) ίσως κατόρθωνε να αντιμετωπίσει επιτυχώς όλους τους εξωτερικούς κινδύνους που απειλούσαν την αυτοκρατορία.

Ο Χάραλντ (και προφανώς και οι άνδρες του) στρατολογείται φυσικά στο Τάγμα Βαράγγων, την αυτοκρατορική φρουρά που αποτελούν Σκανδιναβοί μισθοφόροι, και πολύ γρήγορα διορίζεται διοικητής της. Η ταχύτατη άνοδος του Χάραλντ/ Αράλτη εξηγείται όχι μόνο από τη φήμη του ως ικανού στρατιωτικού, αλλά και από την ντε φάκτο ισχύ που του προσέδιδε το γεγονός ότι ηγείτο του προσωπικού στρατιωτικού του σώματος, από τη βασιλική καταγωγή του και τις στενές σχέσεις του με την αυλή του Κιέβου, δηλαδή μιας συμμάχου του Βυζαντίου. Ως διοικητής του Τάγματος Βαράγγων, ο Χάραλντ θα συμμετάσχει σε όλες σχεδόν τις εκστρατείες που διοργανώθηκαν στα χρόνια βασιλείας του Παφλαγόνα. Θα πολεμήσει στη Μικρά Ασία, στη Βουλγαρία – όπου θα καταστείλει μια ιδιαίτερα επικίνδυνη εξέγερση, όπως αναφέρει και το “Στρατηγικόν” – , πιθανώς στη Βόρεια Συρία (γεγονός που θα του δώσει την ευκαιρία να επισκεφτεί για προσκύνημα τους Άγιους Τόπους και την Ιερουσαλήμ ειδικότερα), ίσως στη Βόρεια Αφρική. Το σημαντικότερο, κατά τη γνώμη μας, γεγονός είναι η συμμετοχή του στη μεγάλη εκστρατεία του στρατηγού Γεώργιου Μανιάκη με σκοπό την ανάκτηση της Σικελίας την οποία κατέχουν οι Άραβες (1038). Ο Χάραλντ θα πολεμήσει μαζί με Βυζαντινούς, Νορμανδούς και Λομβαρδούς και θα διακριθεί στο πλαίσιο μιας εκστρατείας που σχεδόν ξανάδωσε στο Βυζάντιο την κυριαρχία στη Σικελία. Το 1040 η στρατηγική ιδιοφυία του Μανιάκη και η γενναιότητα των πολεμιστών του Χάραλντ έχουν σχεδόν καταβάλει τη μουσουλμανική αντίσταση: οι Βυζαντινοί έχουν καταλάβει τις Συρακούσες κι ελέγχουν τα δύο τρίτα του νησιού. Κάπου εκεί, όμως, το χρήμα σταμάτησε να ρέει κι άρχισε η μουρμούρα από τους Νορμανδούς και Ιταλούς μισθοφόρους. Ο Μανιάκης ανακλήθηκε, θύμα συκοφαντιών. Και η εκστρατεία τερματίσθηκε άδοξα. Τόσο άδοξα, που κατέληξε σε μια γενικευμένη εξέγερση στην Απουλία, ενώ από τις σικελικές κτήσεις απέμεινε στους Βυζαντινούς μόνο το προγεφύρωμα της Μεσσήνης. Ο Χάραλντ συνέβαλε στην καταστολή της εξέγερσης στην Απουλία κι επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη (βλ. και Blöndal, όπ.π., σελ. 67 επ.).

Σε αντίθεση με τη λιτή και κατά τα φαινόμενα ιστορικά ακριβή διήγηση του “Στρατηγικού“, η Σάγκα που συνέγραψε για τον Χάραλντ ο Στούρλουσον περιλαμβάνει την αφήγηση αμέτρητων τεχνασμάτων και στρατηγημάτων που φέρεται να χρησιμοποίησε ο ήρωας προκειμένου να πετύχει τους στρατηγικούς στόχους του. Πολλά από αυτά παρατίθενται στην ελληνική έκδοση της Βίκι (λήμμα για τον Χάραλντ Γ΄ της Νορβηγίας). Στην πραγματικότητα, οι ιστορίες αυτές αποτελούν τόπους της σκανδιναβικής λογοτεχνίας, έχουν μόνο σκοπό να ενισχύσουν τη φήμη του ανίκητου και πανέξυπνου ήρωα και δεν ανταποκρίνονται στην ιστορική αλήθεια (βλ. R. Boyer “Les Vikings…”, λήμμα “Haraldr l’ Impitoyable…”, σελ. 520 επ., ειδ. σελ. 522-523). Σε μια από αυτές τις διηγήσεις (Σνόρρι Στούρλουσον “Η Σάγκα του Βασιλιά Χάραλντ“. κεφ. 10), ο Χάραλντ καθώς δεν κατορθώνει να καταλάβει την πόλη που πολιορκεί προσποιείται τον βαριά άρρωστο. Λίγες μέρες μετά οι άνδρες του ανακοινώνουν στους άρχοντες της πολιορκούμενης πόλης ότι ο αρχηγός τους πέθανε με τελευταία επιθυμία να ταφεί χριστιανικά εντός των τειχών της πόλης. Το αίτημα γίνεται δεκτό. Όταν οι άνδρες του αγήματος που συνοδεύει το φέρετρο του Χάραλντ μπαίνουν στην πόλη, ανοίγουν τις πύλες της ώστε να μπουν όλοι οι συμπολεμιστές τους και η ιστορία τελειώνει με μια ωραία πυρπόληση και ένα ακόμη ωραιότερο (για τους Σκανδιναβούς) πλιάτσικο. Ο μύθος του τεχνάσματος αυτού αποτελεί πολλάκις επαναλαμβανόμενη διήγηση της επικής σκανδιναβικής λογοτεχνίας που χρησιμοποιείται προς επίρρωση του πολυμήχανου πνεύματος των Βίκινγκ πολεμιστών. Θαρρώ πως το τέχνασμα αυτό το διηγείται και ο Μπόρχες σε κάποια από τις σύντομες ιστορίες του, αποδίδοντάς το σε ανώνυμο Βίκινγκ πολέμαρχο κι όχι στον Χάραλντ. Ο Στούρλουσον μεταφέρει ακόμη τον θρύλο (που δεν αποκλείεται πάντως να είχε κυκλοφορήσει ως κουτσομπολιό και στην αυλή της Βασιλεύουσας) ότι ο Χάραλντ είχε γοητεύσει την αυτοκράτειρα Ζωή, η οποία των ερωτεύτηκε. Δεν παραθέτουμε άλλες λεπτομέρειες αυτής της φήμης, μια και δεν την ενισχύει κανένα απολύτως ιστορικό στοιχείο (βλ. Gwynn Jones “A History of the Vikings“, Oxford University Press, 1968).

Τα τελευταία χρόνια του Χάραλντ στην αυλή της Κωνσταντινούπολης: Το 1041 πεθαίνει ο Μιχαήλ ο Παφλαγών, αφού πρώτα, ύστερα από παρότρυνση του Ορφανοτρόφου, έχει υιοθετήσει μαζί με τη Ζωή και ορίσει ως διάδοχο τον συνονόματο ανηψιό του. Όχι ιδιαίτερα προικισμένος, ο Μιχαήλ Ε΄ Καλαφάτης αποδεικνύεται εξαιρετικά αδέξιος: προσπαθώντας να βασιλέψει μόνος, ο Μιχαήλ έρχεται σε σύγκρουση με αυτούς που του χάρισαν τη βασιλεία (τη Ζωή και τον Ορφανοτρόφο), την ίδια ώρα που ο λαός τον θεωρεί απλώς σφετεριστή. Το αποτέλεσμα είναι η εκδήλωση πραξικοπήματος, μόλις τέσσερις μήνες μετά την ενθρόνιση του Καλαφάτη, ο οποίος όχι μόνο χάνει τον θρόνο, αλλά τυφλώνεται (φυσικά) και ευνουχίζεται (Απρίλιος 1042). Φαίνεται ότι η φρουρά των Βαράγγων και ο Χάραλντ προσωπικά έπαιξαν οπωσδήποτε κάποιο ρόλο στην ανατροπή του Καλαφάτη. Προσωρινά συμβασιλεύουν η Ζωή με την αδελφή της, τη Θεοδώρα. Δυό μήνες μετά, η Θεοδώρα επιστρέφει στην αγαπημένη της μοναστική ζωή, καθώς η αδελφή της έχει επιλέξει τον νέο σύζυγό της και αυτοκράτορα, τον αριστοκράτη Κωνσταντίνο Μονομάχο (ο οποίος θα βασιλέψει μέχρι τον θάνατό του το 1055).

Όπως αναφέρει το ”Στρατηγικόν“, ο Χάραλντ εξεδήλωσε την επιθυμία να επιστρέψει στην πατρίδα του, πλην όμως δεν του δόθηκε η άδεια να εγκαταλείψει τη Βασιλεύουσα. Για ποιό λόγο άραγε; Η πιο ανώδυνη εξήγηση είναι να υποθέσουμε ότι ο Κωνσταντίνος δεν ήθελε να χάσει έναν τόσο ικανό στρατηγό. Όσο και αν κάτι τέτοιο δεν μπορεί να αποκλεισθεί, άλλες εξηγήσεις είναι πθανότερες. Ίσως ο Μονομάχος να πίστευε ότι ο Νορβηγός δεν ήταν και τόσο πιστός, ότι είχε αναμιχθεί στη συνωμοσία του παλιού συμπολεμιστή του Γεώργιου Μανιάκη. Θυμίζουμε ότι προς το τέλος της βασιλείας του Παφλαγόνα, ο Μανιάκης ανακλήθηκε κατασυκοφαντημένος στην Κωνσταντινούπολη. Έπειτα, ο Καλαφάτης τον ξαναέστειλε στην Κάτω Ιταλία. Όταν αυτοκράτορας ήταν ο Μονομάχος, ο Μανιάκης στασίασε εναντίον του καθώς έκρινε ότι η Σικελία χανόταν για το Βυζάντιο εξαιτίας της ολιγωρίας και της απροθυμίας της Βασιλεύουσας να του παράσχει τα αναγκαία μέσα για να φέρει σε πέρας τη σικελική εκστρατεία του. Η στάση τερματίσθηκε με τον ξαφνικό θάνατο του Μανιάκη. Πάντως, η πιθανότερη εξήγηση για την εχθρική στάση του Μονομάχου προς τον Χάραλντ μπορεί να έχει σχέση με οικονομικές διαφορές. Η ίδια η σάγκα του Στούρλουσον μαρτυρά ότι ο Χάραλντ επιδίωκε με ιδιαίτερο ζήλο τη συγκέντρωση πλούτου: η περιουσία που συγκέντρωσε τόσο από τις αυτοκρατορικές αμοιβές όσο και από τις λεηλασίες λέγεται ότι, για να εξασφαλισθεί από κάθε κίνδυνο, είχε σταλεί στο Κίεβο και στο Νόβγκοροντ. Φαίνεται ότι είχε ανακύψει μια σημαντική οικονομική διαφορά μεταξύ του Χάραλντ και του θρόνου του Βυζαντίου: ο Νορβηγός κατηγορήθηκε ότι δεν είχε αποδώσει στον θρόνο όσα όφειλε ως μερίδιο λεηλασιών (Σνόρρι Στούρλουσον “Η Σάγκα του Βασιλιά Χάραλντ“. κεφ. 90, Blöndal, όπ.π., σελ. 77-78). Σε κάθε περίπτωση, ο Χάραλντ κατάφερε να φύγει κρυφά από την Κωνσταντινούπολη και ακολουθώντας τον ίδιο δρόμο (Ουκρανία, Ρωσία, Βαλτική) επέστρεψε στη Νορβηγία μαζί με τη σύζυγό του, την Ελισσάβετ του Κιέβου.

Ο Χάραλντ βασιλιάς της Νορβηγίας: Πίσω στη Νορβηγία, ο Χάραλντ βρίσκει βασιλιά τον ανηψιό του, τον Μάγκνους τον Καλό. Σύμφωνα με την παράδοση, έρχονται σε συνεννόηση και αποφασίζουν να συμβασιλέψουν (1045). Ένα χρόνο μετά, ο Μάγκνους πεθαίνει υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες και ο Χάραλντ βασιλεύει πλέον μόνος. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του, αποδεικνύει τις διοικητικές ικανότητές του. Οργανώνει την Εκκλησία της Νορβηγίας και χτίζει πολυάριθμους χριστιανικούς ναούς. Ιδρύει το Όσλο, το οποίο προορίζει για πρωτεύουσα του βασιλείου του αντί του Νίνταρος (του σημερινού Τρόντχαϊμ). Επιχειρεί να τερματίσει με στρατιωτικά μέσα την προαιώνια διαμάχη με τον βασιλικό οίκο της Δανίας. Πολεμά κατά του Δανού βασιλιά Σβεν Έστριντσεν. Στο πλαίσιο της σύγκρουσης αυτής πυρπολεί και καταστρέφει (1049) το δανικό λιμάνι του Χέντεμπυ (σήμερα ανήκει στο γερμανικό ομόσπονδο κράτους του Σλέσβιχ-Χολστάιν), το οποίο για περισσότερους από τρεις αιώνες ήταν ίσως το σημαντικότερο εμπορικό κέντρο των Βίκινγκς. Έπειτα, ενώ έφτανε σε ηλικία πενήντα ετών, μπλέχτηκε στην περιπέτεια που έμελλε να είναι η τελευταία της ζωής του.

Επίδοξος μονάρχης της Αγγλίας: Εδώ και αιώνες, η Αγγλία αποτελεί παραδοσιακό πεδίο δράσης των Σκανδιναβών, οι οποίοι, ήδη από τον 9ο αιώνα, έχουν εγκατασταθεί μαζικά και ελέγχουν μια μεγάλη περιοχή στα βορειοανατολικά, γύρω από τη Υόρκη (Γιάρβικ), η οποία θα μείνει στην Ιστορία με το όνομα Danelaw. Επιπλέον, χάρη και σε διάφορους δυναστικούς γάμους, επεμβαίνουν συχνά στο νησί και ενίοτε βασιλεύουν σ’ αυτό. Τον Ιανουάριο του 1066 πεθαίνει άκληρος ο μονάρχης της Αγγλίας Εδουάρδος. Με τον θάνατό του ξεσπά μεγάλη δυναστική κρίση. Την εξουσία τη σφετερίζεται ο γαμπρός (;) του Εδουάρδου, ο Αγγλοσάξονας ευγενής Χάρολντ Γκόντγουινσον, άρχοντας του Γουέσσεξ. Ο ίδιος ο Εδουάρδος, όμως, μισός Νορμανδός καθώς ήταν (από τη μητέρα του την Έμμα), φαίνεται ότι είχε υποσχεθεί τον θρόνο στον Δούκα της Νορμανδίας, τον Γουλιέλμο τον Νόθο (που θα μείνει στην Ιστορία ως ο Κατακτητής). Παρακινημένος από τον Τόστιγκ, άρχοντα του Γουέσσεξ και αδελφό του Χάρολντ με τον οποίο έχει συγκρουσθεί, ο Χάραλντ Σίγκουρντσσον θα προβάλει αίτημα διεκδίκησης του αγγλικού θρόνου. Προς νομιμοποίηση της διεκδίκησής του, ο ήρωάς μας επικαλείται τη συμφωνία που είχαν συνάψει ο ανηψιός του Μάγκνους με τον Δανό βασιλιά Κνουτ Β΄ τον Τολμηρό. Ο Κνουτ ήταν ετεροθαλής αδελφός του Εδουάρδου της Αγγλίας, τον οποίο είχε εκδιώξει από τον αγγλικό θρόνο κατά το διάστημα 1040-1042. Τότε φέρεται να είχε συμφωνήσει με τον Μάγκνους ότι αν πέθαινε άκληρος η βασιλεία της Αγγλίας θα περιερχόταν στον νόμιμο Νορβηγό μονάρχη.

Τυφλωμένος από τις συμβουλές του Τόστιγκ, ο Χάραλντ πιστεύει ότι έφτασε η ώρα να γίνει ο μεγαλύτερος μονάρχης του ευρωπαϊκού Βορρά. Αποβιβάζεται με τον στρατό του στο Γιόρκσιρ (όπου πιστεύει ότι θα τον υποστηρίξει ο σκανδιναβικός πληθυσμός), την ίδια ώρα που ο Γουλιέλμος και οι Νορμανδοί του αποβιβάζονται στα νότια. Εκεί, όμως, τον περιμένει ο Χάρολντ. Τα όσα συνέβησαν πριν τη μάχη που δόθηκε στο Στάμφορντ Μπριτζ, κοντά στην Υόρκη, στις 25 Σεπτεμβρίου 1066, τα περιγράφει γλαφυρά ο Μπόρχες:

Είκοσι καβαλάρηδες πλησίασαν τις γραμμές του εισβολέα. Άνθρωποι και άλογα ήταν σιδηρόφρακτοι. Ένας καβαλάρης φώναξε:
-Είναι εδώ ο κόντες Τόστιγκ;
-Εδώ είμαι, δεν το αρνούμαι, είπε ο κόντες.
-Αν στ’αλήθεια είσαι ο Τόστιγκ, είπε ο καβαλάρης, έρχομαι να σου πω ότι ο αδελφός σου προσφέρει την συγχωρεσή του και το ένα τρίτο από το βασίλειο.
-Αν δεχτώ, είπε ο Τόστιγκ, τι θα δώσει στον βασιλιά Χάραλντ Ζιγκούρνταρσον;
-Δεν τον ξέχασε ο αφέντης μου, αποκρίθηκε ο καβαλάρης. Θα του δώσει έξι πόδια γης εγγλέζικης, και αφού είναι και θεόψηλος, ένα παραπάνω.
-Ε τότε, είπε ο Τόστιγκ, πες στον βασιλιά πως θα χτυπηθούμε μέχρι τον θάνατο.
Οι καβαλάρηδες έφυγαν. Σκεφτικός ο Χάραλντ Ζιγκούρνταρσον, ρώτησε
-Ποιός ήταν αυτός ο καβαλάρης που μίλησε τόσο όμορφα;
-Ήταν ο Χάρολντ, ο γιος του Γκόντουιν.
Σε άλλα κεφάλαια πιο κάτω είναι γραμμένο πως, πριν πέσει ακόμα ο ήλιος αυτής της ημέρας, ο νορβηγικός στρατός είχε ηττηθεί. Ο Χάραλντ Ζιγκούρνταρσον χάθηκε στην μάχη, το ίδιο και ο κόντες”. (Χόρχε Λ. Μπόρχες “Η Σεμνότητα της Ιστορίας”, μετάφραση Αχ. Κυριακίδης).

Είναι βέβαιο ότι οι Αγγλοσάξονες του Χάρολντ υπερτερούσαν κατά πολύ σε αριθμό των Σκανδιναβών του Χάραλντ. Σύμφωνα με τη διήγηση του Στούρλουσον (“Η Σάγκα του Βασιλιά Χάραλντ“. κεφ. 92), το Αγγλικό ιππικό επιτέθηκε, αλλά αποκρούστηκε. Ακολούθησαν συγκρούσεις μεταξύ του πεζικού των δύο παρατάξεων: οι Νορβηγοί αντιστάθηκαν, αλλά επιχείρησαν να καταδιώξουν τις αγγλικές δυνάμεις. Χάνοντας την αμυντική διάταξή τους, έγιναν εύκολη λεία των εχθρών τους και συνετρίβησαν. Ο Χάραλντ πολέμησε γενναία μέχρι που ένα βέλος τον πέτυχε στον λαιμό και τον σκότωσε. Η διήγηση αυτή ίσως να μην είναι και τόσο αξιόπιστη, μια και ο Στούρλουσον υποπίπτει σε σύγχυση μεταξύ της Μάχης του Στάμφορντ Μπριτζ και της Μάχης του Χάστινγκς, όπου οι δυνάμεις του Χάρολντ ηττήθηκαν επιχειρώντας να καταδιώξουν τους Νορμανδούς (βλ. R. Boyer “Les Vikings…”, λήμμα ”Batailles – La Bataille de Stamford Bridge“, σελ. 341-342). Σύμφωνα με το Αγγλοσαξονικό Χρονικό, η μάχη εξελίχθηκε διαφορετικά: οι Νορβηγοί αιφνιδιάστηκαν από την παρουσία των δυνάμεων του Χάρολντ και επιχείρησαν ανεπιτυχώς να κρατήσουν τη γέφυρα του Στάμφορντ. Μετά από αυτό, οι Άγγλοι κατέπεσαν στους Σκανδιναβούς και τους κατέσφαξαν. Ό,τι κι αν συνέβη στην πραγματικότητα, εκείνη η φθινοπωρινή μέρα ήταν η τελευταία της περιπέτειας του Χάραλντ Σίγκουρντσσον. Ακόμη κι έτσι, ο Χάραλντ καθόρισε το μέλλον της Αγγλίας: οι απώλειες που κατάφερε στις δυνάμεις του Χάρολντ αποδείχθηκαν μοιραίες λίγες μέρες μετά, όταν οι Άγγλοι αναμετρήθηκαν στο Χάστινγκς με το στρατό του Δούκα της Νορμανδίας. Η Αγγλία ήταν μοιραίο να καταλήξει σε απογόνους Σκανδιναβών.

Επίλογος: Μέλος της βασιλικής οικογένειας της Νορβηγίας, νεαρός πολεμιστής στη σκανδιναβοκρατούμενη Ρωσία και Ουκρανία, στρατιωτικός διοικητής στην υπηρεσία του Βυζαντίου που πολεμά από τη Σικελία ως τη Μικρά Ασία, βασιλιάς της πατρίδας του και, στο δειλινό της ζωής του επίδοξος μονάρχης της Αγγλίας, ο Χάραλντ Σίγκουρντσσον αποτελεί την επιτομή του Βίκινγκ πολέμαρχου. Η μυθιστορηματική ζωή του αποδεικνύει ότι οι Σκανδιναβοί, όχι μόνο με τις κατακτήσεις, αλλά και με το εμπόριο και τη διπλωματία, είχαν φτιάξει τη δικιά τους οικουμένη, την οποία διέτρεχαν με άνεση όχι μόνον οι ευγενείς, αλλά και οι κοινοί θνητοί. Πάμπολλες είναι οι επιγραφές με ρουνικούς χαρακτήρες (ο R. Boyer “Les Vikings…”, λήμμα “Runes et inscriptions runiques“, σελ. 745, αναφέρει έξι παραδείγματα, η Βίκι κάνει λόγο για 30 ρουνικές επιγραφές), οι οποίες εξιστορούν τα κατορθώματα Σκανδιναβών που έδρασαν και καμιά φορά πέθαναν στο Βυζάντιο, στη χώρα που αποκαλούσαν Ελλάδα (Grikkland, όρος που δεν περιορίζεται στη μητροπολιτική Ελλάδα, αλλά δηλώνει το ελληνόφωνο τμήμα της αυτοκρατορίας). Ας κλείσουμε με το εξής περιστατικό: το 1687 και μετά τον ενετοτουρκικό πόλεμο, ο Ενετός Δόγης Φραντσέσκο Μοροζίνι έφερε ως λάφυρα στην πατρίδα του δύο αρχαιοελληνικά γλυπτά λεόντων από την Αττική, τα οποία τοποθετήθηκαν στην είσοδο του ναύσταθμου της Βενετίας. Το ένα από αυτά, ο Λέων του Πειραιώς, φέρει επιγραφές με ρουνικούς χαρακτήρες, που σκάλισαν Βαράγγοι μισθοφόροι που βρίσκονταν στην υπηρεσία του Βυζαντίου, λίγο μετά από τον Χάραλντ. Οι Σκανδιναβοί (που θέλησαν με τις επιγραφές να τιμήσουν τη μνήμη νεκρών συντρόφων τους) βρέθηκαν στην Αττική για να καταστείλουν μια τοπική εξέγερση, που φαίνεται πως προκλήθηκε λόγω της αβάσταχτης φορολογίας που είχε επιβάλει η κεντρική αυτοκρατορική διοίκηση.

1 σχόλιο:

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.