“Ο νέος Έλληνας, όπως θα τον ήθελα, είναι εκείνος που θα ζητήσει μέσα του να βρει τη δύναμη ν’ αναγεννηθεί, όχι έξω, ρίχνοντας στον ένα και στον άλλο τις δικές του αμαρτίες”. - Πηνελόπη Δέλτα
Πολλοί λαοί έχουν χαθεί από την Ιστορία. Υπήρξαν, ηττήθηκαν, εξαφανίστηκαν. Κι άλλοι αγωνίστηκαν κι αγωνίζονται με σφεντόνες και πέτρες μέχρις εσχάτων. Ο Ελληνικός λαός έχει ένα συνήθειο που όμοιό του βρίσκει κανείς μόνο στον Ισραηλιτικό. Ο Ελληνικός λαός και οι ηγέτες που εκλέγει, έχουν το συνήθειο να κλαίγονται. Τον Έλληνα τον κυνηγούν, τον κατατρέχουν, τον καταδιώκουν. Πάντα κάποιος άλλος φταίει για τη μιζέρια του και τα προβλήματά του, ένας κάποιος τόσο ισχυρός που ποτέ δεν τολμά να του υψώσει το ανάστημα. Ο συνάδελφος, ο προϊστάμενος, η γυναίκα του, η πεθερά του. Οι Αμερικανοί, οι Γερμανοί, οι σκοτεινές δυνάμεις, ο διεθνής παράγων. Όλοι του φταίνε. Και διαμαρτύρεται. Και καταφεύγει στους διεθνείς οργανισμούς, βάζει και το πιστόλι ακόμη στο τραπέζι, που λέει ο λόγος, και τελικώς καταλήγει να χτυπάει στην πλάτη δουλοπρεπώς όποιον θελήσει ν’ ακούσει τη μουρμούρα του, και να ευχαριστεί στο τέλος Αμερικανούς και άλλους που πρωτύτερα του έφταιγαν.
Τι άλλο θυμίζει ο Έλληνας από έναν κακομαθημένο Μπούλη; Ένα βουτυρόπαιδο που τρέχει στην ποδιά της μαμάς του να βρει το δίκιο του, να ζητήσει προστασία και τιμωρία αυτού που τον πείραξε; Απεχθής και περιφρονητέος, ο Μπούλης είναι ο εύκολος στόχος για κάθε επίδοξο νταή.
Δε φταίει όμως μόνον ο Μπούλης. Φταίει και η μάνα του. Φταίει που όταν παραπονιέται πως τον χτύπησαν δεν του τις βρέχει εις διπλούν. Φταίει που η αγάπη της είναι εγωιστική, καταπιεστική, που επιδιώκει να κρατά τον κανακάρη της και την κορούλα της εξαρτημένους από τη φούστα της, να δίνουν λόγο ύπαρξης στην ύπαρξή της. Έφαγες; Τι έφαγες; Έβαλες ζακέτα που θα βγεις; Πρόσεξε μη σε τυλίξει καμιά λεγάμενη! Όπου «Ταν ή επί τας» οι αρχαίες Σπαρτιάτισσες, ψωμάκι με βούτυρο και πατατούλες τηγανητές οι σύγχρονες Ελληνίδες.
Πώς να μη μένει στο σπίτι ως τα τριάντα και τα σαράντα του το παιδί; Κι όταν παντρευτεί, πώς να μην περιμένει φαγάκι απ’ τη μανούλα, και σιδέρωμα και μπέιμπι σίτινγκ και χαρτζιλίκωμα; Και μέσα του πώς να μη βράζει και να παραπονιέται γιατί επεμβαίνουν στη ζωή του; Αυτή δεν είναι αγάπη, μα ψυχαναγκασμός, με τη μάνα-μάρτυρα από τη μια και το παιδί-θύμα από την άλλη, ένα μίσος καλυμμένο από τον καθωσπρεπισμό μιας κοινωνίας συλλογικά ανώριμης και απροσάρμοστης.
Μεγαλωμένος με το «μη» και το «εγώ που σε μεγάλωσα», γεμάτος ενοχές και φόβους, ο Έλληνας δεν αναλαμβάνει ποτέ τις ευθύνες του, δεν ορθώνει ποτέ το ανάστημά του. Δε γίνεται ποτέ άντρας και ποτέ γυναίκα. Παραμένει το παιδί της μαμάς, ο Έλλην Μπούλης καρπαζοεισπράχτορας, ο δουλικός, ο φοβισμένος, ο θρασύδειλος. Ένας ψευτονταής που θα κάνει και θα δείξει, μα όμως κάθεται φρόνιμος στ’ αυγά του και περιμένει να τον σώσει ο στόλος των αρχαίων ημών προγόνων.
Η μεγάλη Ελληνίδα Πηνελόπη Δέλτα έχει γράψει ένα υπέροχο κείμενο με τίτλο «Στοχασμοί περί της Ανατροφής των Παιδιών» όπου περιγράφει τα χαρακτηριστικά της Ελληνίδας μητέρας που θα γαλουχήσει το νέο, αναγεννημένο Έλληνα. Τα μεγάλα Έθνη, έχουν μεγάλες μητέρες, λέει. Και σε μια επιστολή της γράφει: “Ο νέος Έλληνας, όπως θα τον ήθελα, είναι εκείνος που θα ζητήσει μέσα του να βρει τη δύναμη ν’ αναγεννηθεί, όχι έξω, ρίχνοντας στον ένα και στον άλλο τις δικές του αμαρτίες”.
Απ’ αυτό λοιπόν το «Βασίλειο των Μοιρολατρών» πρέπει να βγει ο Έλληνας, ξεκινώντας από το σπίτι του, από το μικρόκοσμό του. Πρέπει να μάθει να αγαπά την ύπαρξή του, το Αίμα του, να τιμά τους προγόνους του, να αγαπά αληθινά και αυτοβούλως, και όχι καθ’ υπαγόρευσιν, όχι επειδή το έγραψαν οι πλάκες του Μωυσέως, μα επειδή σέβεται εκεί που αρμόζει ο σεβασμός, επειδή σέβεται πρώτα απ’ όλα την ίδια του τη Φύση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.